Τρίτη 24 Δεκεμβρίου 2019

ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΠΝΟΥΚΑΓΙΑΣ "Ο ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΙΑΤΙΣΤΑΣ", 1959



Ο πολιτισμός του ανθρώπου αρχίζει από τον πολιτισμόν του ατόμου του και καταλήγει εις τον πολιτισμόν των πλανητών. Ώστε κάθε μορφωμένος άνθρωπος πολιτισμένος, πρέπει, διά να έχη τον κοσμοπολίτικον χαρακτήρα του συγχρονισμένου ανθρώπου, να ξέρη να ζη ως κοινωνικός άνθρωπος του χωριού του, ως αντιπροσωπευτικός τύπος της χώρας του (της Μακεδονίας παραδείγματος χάριν), ως πολίτης του Έθνους του, ως άνθρωπος της Ηπείρου του και τέλος ως ον του πλανήτου του.

Βάσις όμως όλων αυτών των πολιτισμών είναι ο πολιτισμός της οικογενείας του, ο οποίος είναι και ο κατ’ εξοχήν διαμορφωτής του ατομικού του ανθρώπου πολιτισμού. Αλλά ο πολιτισμός μιας οικογενείας, ο οποίος είναι κατ’ έξοχήν το πρότυπον του πολιτισμού της πόλεως, δημιουργείται από δύο παράγοντας κυριώτατα: Την Θρησκείαν (Εκκλησίαν) και την Κρατικήν Νομοθεσίαν, τα οποία αμφότερα υπάγονται υπό την κρίσιν των καθηγητών των Πανεπιστημίων. Διά τούτο οι καθηγηταί των Πανεπιστημίων ουδέποτε πολιτεύονται, όπως επίσης ουδέποτε γίνονται και εκκλησιαστικοί λειτουργοί.


Ο πολιτισμός της ιδιαιτέρας μου πατρίδας Σιατίστης, του οποίου δημιούργημα τυγχάνω και εγώ, διεμορφώθη από την Αγίαν Ανατολικήν Ορθόδοξον Εκκλησίαν και από την παλαιάν Τουρκικήν των προνομίων Νομοθεσίαν, η οποία μόνον απαγορεύσεις αυστηράς εγνώριζεν, όπως η παλαιά Ρωμαϊκή Δωδεκάδελτος (Duodecim tabulae).

Η Σιάτιστα απηλευθερώθη από τον τουρκικόν ζυγόν κατά την 12ην Οκτωβρίου του 1912, όταν ήμην δώδεκα ετών παιδί, συνεπώς είχα πλέον οικογενειακώς αναπτυχθή.

Δουλείας πολιτισμός, ο πολιτισμός της Σιατίστης κατά τα παιδικά μου χρόνια! Και όμως φρονώ, ότι υπήρξεν ανώτερος του ελευθέρου σημερινού πολιτισμού της, διότι εδημιούργησε προτυπώδεις αρχοντικάς οικογενείας, αι οποίαι αντέστησαν εις την καταστρεπτικήν λαίλαπα του παμφάγου κομμουνισμού εν Ελλάδι, όπως οι Τούρκοι της Δυτικής Θράκης κατά του κομμουνισμού των εν τη κυρίως Τουρκία σήμερον. Όταν «το άλας μωρανθή» «οι Βασιλείς κομμουνίζουν» τότε «εν τίνι αλισθήσεται», ποιός θα μάς σώση; Μόνον η αρχοντική οικογένεια εκάστου τόπου και ουδείς άλλος. Το διδάσκει η θρησκεία, η οποία ουδέποτε σφάλλεται και πρέπει να το εγκολπωθώμεν καλά.

Έστι δε αρχοντική οικογένεια όχι η πλουσία της σπατάλης οικογένεια ή η οικογένεια του Βασιλικού πλούτου και της χλιδής, αλλά η του άρχοντος οικογένεια, δηλαδή του οικογενειάρχου εκείνου, ο οποίος έμαθε να κυβερνά καλά το σπίτι του, να είναι άρχων του οίκου του και έπειτα να ζητή τιμητικάς διακρίσεις. Τον άρχοντα δε τον καλόν τον δημιουργεί η στέρησις: «Παντοπόρον» πράγμα η στέρησις. Η χλιδή της νωθρότητος μητέρα.

Με την προσωπικήν εργασίαν του και μόνον ο πατέρας της αρχοντικής οικογενείας της Σιατίστης τότε, είχε δημιουργήσει ιδίαν κατά τας ανάγκας του ιδιωτικήν οικονομίαν, την οποίαν θα ήθελε πολύ να έχη ως πρότυπόν του και ο καθηγητής της Ιδιωτικής Οικονομίας εν τω οιωδήποτε Πανεπιστημίω. Τα εφόδια και την ηθικήν ενίσχυσιν του τα παρείχεν η Ανατολική Ορθόδοξος Εκκλησία και μόνη Αυτή.

Λέγω και μόνη, διότι η θρησκεία παρέχει τον τρόπον του βίου εις τον άνθρωπον. Οικογενειάρχης, ο οποίος έμαθε να άρχηται από την διδασκαλίαν της Εκκλησίας αυτός γίνεται καλός άρχων. Εάν δεν υπήρξες καλός δούλος, ουδέποτε θα γίνης καλός άρχοντας. (Κύριος). Διότι την τέχνην του κρίνειν την μαθαίνεις, όταν είσαι δούλος, τότε είσαι κριτής, εν ώ ως Κύριος είσαι κρινόμενος.

Αι αρχοντικαί λοιπόν οικογένειαι της Σιατίστης ήσαν υποτακτικαί και πειθήνιαι εις την Εκκλησίαν, όπως είναι εις όλα τα υπόδουλα εισέτι μέρη της Ελλάδος και διά τούτο έμαθαν να ζουν κατά φύσιν πράγμα, το οποίον είναι η βάσις του οικογενειακού πολιτισμού και της ευημερίας του ανθρώπου.
Ανατολικός άρα ο οικογενειακός πολιτισμός της Σιατίστης, όπως ανατολική είναι και η εκκλησία μας.

Η παλαιά αρχοντική Σιατιστινή οικογένεια έγινε διά της Εκκλησίας μύστης των απορρήτων της λειτουργίας των στοιχείων της φύσεως και συνεπώς νικητής του ΧΡΟΝΟΥ. Το Μηναίον της Εκκλησίας μας βοά: «Μήν Φεβρουάριος• η ημέρα έχει ώρας ένδεκα και η νύξ ώρας δέκα τρεις». Και ραδιόφωνον να μην έχεις, κανονίζεις την ώρα σου.

Ο ιατρός μας ο αλάθητος και ανέξοδος ήτο πάλιν αυτή. Μας διετήρησεν εν υγεία και ευδαιμονία με την διδασκαλίαν των νηστειών της. Διαιτολόγος αθάνατος! Ουδεμία οικογένεια της Σιατίστης παρέλειπε την αυστηράν τήρησιν των νηστειών κατά τα παιδικά μου χρόνια! Ήσαν γνωστοί οι παραβάται και τους λέγαμε, όταν χαλνούσαν τη σαρακοστή «Παπιστιάνους» ή «μασσώνους» και τους απεφεύγαμεν ως τί το ξένον και βλαβερόν. Ομολογώ, ότι κατά τους χρόνους της ταλαιπωρείας μου και του         εγκλεισμού μου εις άσυλα ανιάτων, διά να με ξεκάμουν, μόνον η οικογενειακή μου αγωγή εις τας θρησκευτικάς νηστείας με έσωσεν. Άλλως θα ήμην σήμερον νεκρός!

Εάν υπήρχον αντιπρόσωποι της εκκλησίας μας κατά την σημερινήν εποχήν προς τας ρήτρας των πατέρων της Εκκλησίας μας στοιχούντες ως προς τας νηστείας, δεν θα απέθνησκον τόσαι νεαραί υπάρξεις όλως εγκαταλελειμμέναι εις τα διάφορα άσυλα ανιάτων. Εις τα νοσοκομεία και τα θεραπευτήρια αγνοείται η διαιτητική των θρησκευτικών μας νηστειών αν και ιατροί και νοσηλευόμενοι είναι χριστιανοί Ορθόδοξοι κατά το πλείστον.

Εν αντιθέσει προς την ζωώδη αυτήν κατάστασιν των σημερινών κέντρων του συγχρόνου Κρατικού πολιτισμού μας, πόσον ανώτερα ίσταται η οικογενειακή κατά θρησκείαν αγωγή της Σιατίστης! Ουδέποτε ως μαθηταί του δημοτικού σχολείου ή του Γυμνασίου εδώσαμε σημασίαν και αξίαν εις το φαγητόν! Διότι είχαμε συνηθίσει εις το λιτοδίαιτον του πατρικού μας τραπεζιού κατά τας νηστείας. Είχαμε μάθει «να μη ζούμε για να τρώμε, αλλά να τρώμε για να ζούμε».

Διά τούτο και όταν ο δικτάτωρ Ιωάννης Μεταξάς κατά την κήρυξιν του Ιταλοελληνικού πολέμου μάς εκάλεσεν εις την αίθουσαν των Τελετών του Πανεπιστημίου Αθηνών όλους τους Καθηγητάς διά να μας ομιλήση παραινετικώς –ούτε πολύ ούτε ολίγο, μας ηπείλησεν, ότι θα μας κόψη το ψωμί, εάν θελήσωμε να αντιταχθούμε εις την πολιτικήν του, –διότι, λέγει, μη ξεχνάτε το λατινικόν «primum vivere deinde philosophare» = ότι πρώτον είναι το ψωμί και ύστερα τα γράμματα»,–τότε κατάλαβα την οικογενειακήν αγωγήν του αειμνήστου προέδρου και εγέλασα μέσα μου.

Ο καθαρμός του οργανισμού μας με τας νηστείας μάς έδιδε αντίληψιν ισχυράν και ευστροφίαν πνευματικήν άφθαστον! «tottuôsa ingenia» μάς καθίστα! Πάντοτε αυτός είναι ο λόγος, που οι φοιτηταί μου των Δωδεκανήσων και της Κύπρου και οι πρόσφυγες των υποδούλων μερών ήσαν ανώτεροι των φοιτητών μου της ελευθέρας Ελλάδος πλην των Μανιατών, οι οποίοι δια το μανόν του εδάφους του τόπου των ήσαν πάντοτε εφάμιλλοί των. Οι Κρήτες, όταν είναι φοιτηταί είναι μεγαλοφυΐαι, όνομα και πράγμα. Σπανίως όμως κάθονται εις τα θρανία!

Η εκκλησιαστική αγωγή της Σιατιστινής οικογενείας καθ’ ήν η μητέρα απηγόρευεν εις το παιδί της να φάη δια να πάρη αντίδωρον από τον παπά της Εκκλησίας, λέγει πολλά. Σήμερα υπάρχουν ίσως αρχιερείς και ιερείς, οι οποίοι πίνουν το γάλα τους και έπειτα πηγαίνουν εις την εκκλησίαν να ιερουργήσουν! Εδώ χρειάζεται η ποινή διά να υπάρξη οικογενειακή αγωγή και ο οιοσδήποτε πόλεμος να προληφθή.

Αυτός ο υπέροχος χωρισμός του χρόνου εις τα φυσικά του διαστήματα της φαγής και μη κατά τας ισημερίας και τροπάς μάς έδιδε την χαράν της ζωής και ζούσαμε τον οικογενειακόν μας πολιτισμόν ως μειονότης εις την Οθωμανικήν Αυτοκρατορίαν υγιείς πάντοτε και ως εθνικού πολιτισμού άνθρωποι σεβόμενοι την Κυρίαρχον Επικράτειαν. Διότι, όπως ενοιώθαμε ημείς την Ελλάδα ως θρησκευτική Ελληνική Οικογένεια, είναι ζήτημα, εάν υπήρχαν πολλοί Έλληνες αλλαχού της χώρας να την νοιώση. Είχαμε τον παπά μας κάθε πρωτομηνιά στο σπίτι μας διά τον αγιασμόν μας και την φιλικήν επίσκεψιν του ιατρού μας ως φίλου οικογενειακού και ουχί ως χρηματιζομένου υποκειμένου. Τουτέστι την θρησκείαν και την επιστήμην.

Εάν υπήρχον αρχιερείς ανάξιοι, τότε αι αρχοντικαί της Σιατίστης οικογένειαι έκαμνον το καθήκον των απέναντί των. Ανεφέροντο εις την προϊσταμένην των αρχήν, την Υψηλήν Πύλην, αφού τους εξηυτέλιζον διά της περιφρονήσεως, και Εκείνη τους απεμάκρυνε. Σημειωτέον ότι οι αρχιερείς τότε ήσαν αμόρφωτοι ως επί το πλείστον και από των κατωτέρων κοινωνικών στρωμάτων προερχόμενοι. Το καλόν ήτο, ότι εξετέλουν πιστώς οι πλείστοι τας εντολάς του Οικουμενικού Πατριαρχείου απαρεγκλίτως υπό την επίβλεψιν των Τουρκικών αρχών πάντοτε κατά τα προνόμια. Εάν όμως ετύγχανεν ο ιδιωτικός των βίος να είναι παράτυπος και αντίθετος προς τας διατάξεις της Εκκλησίας τότε εγίνοντο οι καλοί οικογενειάρχαι οι τιμηταί των και τους υπεδείκνυον το καθήκον των. Ενθυμούμαι, ότι ο εκ Καλύμνου παραστατικώτατος αρχιερεύς και καλλιφωνότατος Σεραφείμ Σκαρούλης εξωρίσθη υπό των αρχοντικών οικογενειαρχών της Σιατίστης, διότι ετόλμησε να κάμη γάμον εντός της Μητροπόλεως. Άηθες και κολάσιμον πράγμα κατά το τυπικόν της Αγίας Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας.

Επίσης τους ιατρούς και διδασκάλους και καθηγητάς των τούς ήθελον άμεμπτους κατά το ήθος, εφ’ όσον εξήσκουν το επάγγελμά των και τους επλήρωνον από το ταμείον της Εκκλησίας, το οποίον επλουτίζετο από τον οβολόν των πιστών και των δωρεών των μεγάλων ευεργετών, οι οποίοι ήσαν πολλοί, διότι οι Σιατιστείς ετίμων επαξίως τους ευεργέτας της κοινότητάς των και δεν τους εμυκτήριζον χαρακτηρίζοντες ουτούς «ως κορόιδα», όπως συμβαίνει σήμερα από τους έξυπνους άθεους και αρνητάς τού παντός.

Έτσι εδημιουργήθη ο οικογενειακός Σιατιστινός πολιτισμός και κατόπιν από την άμιλλαν μεταξύ των αρχοντικών οικογενειών προήλθεν ο πολιτισμός της πόλεως Σιατίστης, ο οποίος όντως ήτο υπέροχος ως προτυπώδης, διότι εστηρίχθη επί του ανατολικού πολιτισμού, ο οποίος έχει ως βάσιν του το φυσικόν δίκαιον, το οποίον είναι ο πυρήν του σήμερον εν ισχύϊ παντού Ρωμαϊκού Δικαίου.
Τοιούτος πολιτισμός ανάλογος προς τον Σιατιστινόν είναι ο Αγγλικός συντηρητικός πολιτισμός, ο οποίος προήλθεν από τον εξαίρετον οικογενειακόν πολιτισμόν των άγγλων, πρβλ. πόλεμον των 2 ρόδων, καθώς και ο ημέτερος Επτανησιακός πολιτισμός.

Ο πολιτισμός της Σιατίστης είναι ο πολιτισμός της καλλιτέρας οικογενείας της. Αι λοιπαί οικογένειαι ηκολούθουν αυτόν ως πρότυπον κατά τον φυσικόν νόμον της μιμήσεως και ανεδεικνύοντο όμοιαι. Έτσι προήλθον τα κοινά ήθη και έθιμα της πόλεως Σιατίστης, τα οποία είναι όντως δεσποτικά ανατολικά της φυσιολογικής προόδου του πολιτισμού ήθη και έθιμα.

Άκρου εγωισμού επίδειξις ήτο ο πολιτισμός της πόλεως Σιατίστης. Κάτι, το οποίον επολέμησε και πολεμά με όλας του τας δυνάμεις ο Κομμουνισμός.. Ενώ εξ αντιθέτου υποστηρίζει με το ακατάλυτον κύρος της αιωνιότητος η θρηοκεία, ως Εκκλησία. Και είναι αληθές, ότι χωρίς εγωισμόν τίποτα δεν δημιουργείται: Το ίσον πόλεμον ού ποιεί ήτοι η ισοπέδωσις δε δημιουργεί.

«ΕΓΩ ΕΙ’ΜΙ», ΕΓΩ ΕΙ’ΜΙ, ΕΓΩ' ΕΙ’ΜΙ, φωνάζει εις όλας τας σελίδας του Ευαγγελίου του ο Ιησούς ΧΡΙΣΤΟΣ «ΕΓΩ ΕΙ’ΜΙ ΚΥΡΙΟΣ Ο ΘΕΟΣ ΣΟΥ» ακούεται να λέγη ο ΑΓΙΟΣ ΘΕΟΣ εις την ΠΑΛΑΙΑΝ ΑΓΙΑΝ ΓΡΑΦΗΝ. Είναι φυσικόν «εγώ είμι» να φωνάζη και ο άξιος άνθρωπος του αληθινού πολιτισμού, ως εικών και ομοίωμα του Θεού.

Η πρώτη ευγενική επίδειξις του εγωισμού του πολιτισμού της Σιατίστης εγίνετο εις την Εκκλησίαν, όταν περνούσεν ο δίσκος. Ο αρχοντικώτερος άνθρωπος έπρεπε να προσφέρη το μεγαλύτερον ποσόν. Ήκουες: «μια χρυσή λίρα» έρριξεν ο τάδε, όταν τον αρράνισαν (ερράντισαν) επί τη ονομαστική του εορτή. «Ένα πεντόλιρο» έρριξεν ο άλλος, που ήλθεν από την ξενητειά και τον ετίμησαν διά του ραντίσματος. Το έβλεπαν οι άλλοι, το ήκουαν και έκαμνον ομοίως. Τοιούτος παραδειγματισμός αναδυκνύει, τα άτομα, τας πόλεις και τα έθνη και καταρρίπτει την λατρείαν της ύλης εξυψών την Οικονομίαν εις ευγενές μέσον και όχι εις διαφθοράς σκοπόν.

Ο εορτασμός ο επίσημος της ονομαστικής εορτής των μελών της οικογενείας ήτο η ημέρα της Εκθέσεως της Οικοκυρίας του σπιτιού. Η καθαριότης της Οικοδεσποίνης, η οποία εφιλοδόξει να τα κάμη όλα με τα χέρια της χωρίς υπηρεσίαν και οι τρόποι της ήσαν το θέμα της ημέρας εις την κοινωνίαν της Σιατίστης. Η αμφίεσίς της, ο στόχος του επαίνου ή του ψόγου. Η μαγειρική της προεδίκαζε την θέσιν της ως προτύπου συμβουλευτικού μεταξύ των συγγενών και φίλων της. Μάθημα Πρακτικής η επίσκεψις της ονομαστικής εορτής. Τα γλυκά της έπρεπε να μη είναι αγοραστά, διότι αυτό, εάν εγίνετο, ήτο ασφαλές τεκμήριον της οκνηρίας και ανικανότητος της οικοδεσποίνης. Με αυτάς τας κοινωνικάς αντιλήψεις είναι δυνατόν να μη δημιουργηθή μητέρα του οίκου; Είναι δυνατόν να στερηθή των αγαθών τού Θεού το οιοδήποτε σπίτι; Ιδού διατί περιεφρόνουν τας δημοσίας εμμίσθους θέσεις οι Σιατιστινοί των χρόνων της δουλείας. Τους έκαμνον δούλους εις ποταπούς και χυδαίους Κυβερνήτας αντί ελευθέρων αρχόντων.

Η τελετή του μυστηρίου του γάμου και τα διδακτικώτατα γαμήλια έθιμά μας εμόρφωναν την ψυχήν του υιού και της θυγατέρας του οίκου ρέπουσαν εις ομοίας τελετάς. Τότε ενέβαλλεν εις σκέψεις τούς νεαρούς βλαστούς το γεγονός του γάμου, εάν έπρεπε τον Θεόν να μιμηθούν άγαμοι μένοντες ή τον άνθρωπον έγγαμοι γιγνόμενοι. Ομολογώ, ότι ο πολιτισμός της Σιατίστης ως ανατολικός κατέστησε τους πάντας σχεδόν, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, του εγγάμου βίου οπαδούς. Σπουδαιότατον ρόλον εις τούτο διεδραμάτισεν η εκκλησία μας πάλιν, ήτις ετάχθη υπέρ του μυστηρίου του γάμου, ενώ η Δυτική Εκκλησία εις την εξυαλικήν αγωγήν την επιστημονικήν της νεολαίας αποβλέψασα δεν είναι τόσον υπέρ του γάμου. Και όντως η Παιδαγωγική Επιστήμη απαγορεύει –και ορθώς- τον συγχρωτισμόν αρρένων μετά θηλέων, διότι η ένωσις είναι άμεσος, δι’ ό και τιμωρείται ο νέος, ως μαθητής, όταν εφοραθή μετά θήλεως. Contra bonos mores λέγει η Νομική επιστήμη, ότι είναι το τοιούτον.

Ο άδολος τρόπος των οικογενειακών διασκεδάσεων εις την πόλιν της Σιατίστης αποτελεί ιστορικόν σταθμόν διά την κοινωνιολογίαν. Εκδηλώσεις φιλικών αισθημάτων συμπόνιας, εξωτερικεύσεις της χαράς της ζωής και θυμοειδής έκφανσις των πολλαπλών δεξιοτήτων του ατόμου ήσαν αι οικογενειακαί διασκεδάσεις εις την Σιάτισταν. Διά τούτο και πόλις του κρασιού, μαύρου και ηλιαστού και της αφθονίας αυτού η Σιάτιστα. Εις ωρών απόστασι επήγαιναν και εκαλλιέργουν τα αμπέλια τους διά να έχουν επάρκειαν οίνου και οικονομικήν ευεξίαν. «Και οίνος ευφραίνει καρδίαν ανθρώπου» λέγει ο προφητών άναξ Δαυίδ.

Η χορευτική ικανότης, η οποία είναι το αλάθητον δείγμα της κανονικής πνευματικής και ψυχικής λειτουργίας του ανθρώπου, ήτο και είναι κτήμα του οιουδήποτε Σιατιστινού από αγωγής αρχής. Ίδιον γνώρισμα και αυτό του πολιτισμού της Σιατίστης.

Η Σιάτιστα έχει ειδικό άσμα χαρακτηριστικόν του τόπου, το λεγόμενον «βαρύ». Μού υπενθυμίζει την Gravitaten Romanam των Ρωμαίων.

Το άσμα αυτό, το χωρίς λόγια, το οποίον έπρεπε να γραφή τονικώς και να παίζηται εις πάσαν δημοσίαν συγκέντρωσιν των Σιατιστέων πρώτον, το εχόρευαν «οι αρχόντισσες της Σιατίστης». Η «Νιάκινα τ’ Σπύρ’» π. χ. «η Αλεξάντρα τ’ Μάκατς» και όλες οι σπιτονοικοκυρές, όταν έκαμναν διασκέδασιν στα σπίτια των και εχόρευαν πρώτες εις τον συρτόν. Δεν πιστεύω να υπάρχη αλλού πουθενά αυτό το υπέροχον δείγμα του τοπικού πολιτισμού της πόλεως Σιατίστης.

Και κάτι άλλο ακόμη σχετικόν με τον χορόν έχει ο τοπικός πολιτισμός της Σιατίστης. Το χαρακτηριστικόν άσμα δι’ ένα έκαστον των πολιτών και των οικοδεσποινών επί τη βάσει της πολιτείας και του ήθους των εις την Κοινωνίαν της Σιατίστης. «Ποιο τραγούδι τούπαν;» ερωτούσαν «το θκότ» ,= το ιδικόν του, ήτοι το χαρακτηριστικόν της ατομικότητός του.

Και έτσι ο κάθε Σιατιστινός εθεωρείτο ως μονάς υπολογίσιμος εις την κοινωνίαν, πράγμα, το οποίον τον εκολάκευε και του έδιδε δυνάμεις διά την περαιτέρω προσεκτικήν ζωήν του.

Αλλά κατ’ εξοχήν διδάσκαλον του ήθους του καλού του κοριτσιού και του παιδιού (αγοριού) της Σιατίστης θεωρώ τα αλληγορικής σημασίας τραγούδια τα αποκρεάτικα.

Αυτό δεικνεύει την ευγένειαν και την εξαιρετικήν ανωτερότητα του πολιτισμού της Σιατίστης. Εκεί αντελαμβάνετο ο νεαρός Σιατιστινός και η Σιατιστινή κόρη, ότι υπάρχει κάτι κρυμμένο, που ευχαριστεί τον άνθρωπον και το οποίον ενέχει ο συζυγικός μόνον βίος ο έντιμος και καλός και όχι ο δημόσιος κοινός.

Διεπομπεύετο κατά πρώτον ο τρόπος της εξομολογήσεως εις τα αποκρεάτικα τραγούδια από διεφθαρμένους αρχιερείς και ιερείς. Διότι ας μη λησμονώμεν, ότι αυτά τα τραγουδούσαν τη μικρή και τη τρανή αποκρηά καθ’ άς εγίνετο άλλοτε η εξομολόγησις των πιστών διά να κοινωνήσουν οι άνθρωποι κατά την Μεγάλην Τεσσαρακοστήν. Έβαζαν (ηχούσαν) κυριολεκτικώς όλες οι αυλές των Σιατιστινών σπιτιών από τα τραγούδια αυτά των κοριτσιών, τα οποία τα εχόρευαν όλα επιδεικτικώς:

Ένα για το Δεσπότη:

Ο Καημένος ο Δεσπότης χώρες περπατεί
για κόρες για κοράσια μον’ καταρρωτεί
Πηγαίνει σε μια χώρα, χώρα μακρυνή
βρίσκει ένα κορίτσι ψηλά στο σιαχνισί
Κύρη μ’ κατέβα κάτω από το μπάσι οντά
να σε κορφολογήσω σαν τα βασιλικά.

Άλλο για τον πνευματικό:

Όλην τη σαρακοστή και μια ’μέρα του Βαϊού
πάϊσα στον, κι’ άϊντε μάτια μου, πάϊσα στον πλιματικό
πάϊσα στον πλιματικό για να ’ξομολογηθώ.
Για να πω, κι’ άϊντε μάτια μου, για να πω τα κρίματά μου
για να πω τα κρίματά μου τα ’ξομολογήματά μου,
Τα είπα τα ’μολόγησα κανένα δε λησμόνησα.
Μού είπε φι –κι’ άϊντε μάτια μου- μού είπε φίλησες καμμιά
μούπε φίλησες καμμιά φίλησα σαράντα μια
παπαδιές και καλογρηές.

Και άλλο όμοιο:

Σηκώνομαι μια Κυριακή – κι σμπράμ κι’ σμπρούμ κι αμάν
αμάν αμάν μιά Κυριακίτσα το πρωί
Μια Κυριακίτσα το πρωί πάνω την βρίσκω μοναχή! (δις)
Παπά μου ξι – κι’ σμπράμ κι’ σμπρούμ κι’ αμάν αμάν αμάν
Παπά μου ξιμολόγα με
Παπά μου ξιμολόγα με, τα κρίματα μ’ συγχώραμε
Τα κρίματά σ’– κι’ σμπράμ κι’ σμπρούμ κι’ αμάν αμάν αμάν
τα κρίματά σου είναι πολλά
Τα κρίματά σου είναι πολλά, δεν συχωρνιούνται απ’ τον παπά.

Και ένα για την παπαδοπούλα:

Παπαδοπούλα του Παπά, ποιόν αγαπάς καλλίτερα
Τον άντρα σου ή τον γείτονα.
Τον άντρα μου τον αγαπώ, το γείτονα καλλίτερα.
Άντρας να γίνη μάρμαρο κι’ ο γείτονας τριαντάφυλλο
για να πατώ στο μάρμαρο να κόβω το τριαντάφυλλο!

Το ιδιάζον εις τα τραγούδια αυτά είναι το φιλελεύθερον πνεύμα με το οποίον εσατύριζον τους αναξίους λειτουργούς της εκκλησίας διά να συνετισθούν, διότι άλλο μέσον από την ευγενικήν σάτυραν δεν είχον επί τουρκοκρατίας.

Τα τραγούδια της Σιατίστης κατά το δωδεκαήμερον από των Χριστουγέννων μέχρι και των Θεοφανείων εξυμνούν σοβαρά και αξιοπρεπώς τον Δεσπότην, τον αντάξιον του θρόνου του:

Κάτω στους κάμπους τους πλατείς
στα πράσινα λειβάδια
Εκεί κοιμάτ’ αφέντης μας με το Σταυρό στον κόρφο
Κανείς δεν πάει να τον ιδή κανείς να τον ξυπνήση,
μόν’ η κυρά η Παναγιά πάει και τον ξυπνάει.
Ξύπνα ν’ αφέντημ ξύπνησε και μη βαρειογκοιμάσαι
τα μαναστήρια σήμαναν κι’ οι εκκλησιές διαβάζουν.

Τον άρχοντα νοικοκύρην τον σπιτιού:
Σε τούτα σπίτια πούρθαμε πέτρα να μη ραΐση
κι’ ο νοικοκύρης του σπιτιού χρόνια πολλά να ζήση.

Το αρχοντικό του σπίτι:
Σε τούτα σπίτια τα ψηλά κί τα σγκουραφισμένα
(=εζωγραφισμένα)
στέκουν τα φλάμπουρ’ ανοιχτά ιντέκια στολισμένα.
Χίλιοι κρατούν τα φλάμπουρα κι’ χίλιοι τα ιντέκια
κι’ άλλοι χίλιοι παρακαλούν αφέντημ καβαλλήκα.

Την αρχόντισαν οικοδέσποιναν:
Κυρά χρυσή κυρά αργυρή κυρά μαλαματένια
κυρά μ’ αντά στολίζεσαι στην εκκλησιά να πάης
βάζεις τον ήλιο πρόσωπο και το φεγγάρι αστήθι.

Την αρχοντοπούλαν ανύπαντρη κόρη:
Εδώ έχουν κόρη για παντρειά πάσχουν να την παντρέψουν
Την δίνουν γυιό του Βασιλιά, την δίνουν γυιό του Ρήγα
Δεν θέλω γυιόν του Βασιληά, δεν θέλω γυιόν του Ρήγα
μόν’ θέλω τ’ αρχοντόπουλο, που κοσκινίζει τάσπρα.

Το εγγράματο αρχοντόπουλο (που ήτο πάντοτε το αντίρροπον φυσικώς της βασιλικής οικογένειας του έθνους του)
Γραμματικός εκάθονταν στου Βασιληά την πόρτα
κι γράφιν κι κοντύλιαζιν όλο για τη αγάπη.
Κι σπάραξιν το χέρι του και χύθκιν η μελάνη
κι λέρουσιν τα ρούχά του τα λιανομεταξένια.

Και τέλος το νεογέννητον:
Ένα μικρό μικρούτσικο, Σαββατογεννημένο
Σαββάτου ημέρ ιννήθηκεν την Κυριακή βαφτίσκιν
Και τη Δευτέρα το πρωί βγήκεν εις το παζάρι.

Όλα αφορούν εις τον Ιδιωτικον βίον των Σιατιστινών εν σχέσει προς τον δημόσιον.
Ακόμα ένα μεγάλο χαρακτηριστικόν γνώρισμα του πολιτισμού της πόλεως Σιατίστης θ’ αναγράψω: Την ηδυφαγητικήν, η οποία ήτο το ίδιον γνώρισμα της αρχαίας Ελληνικής Στοάς, της Εκκλησίας των Εκκλησιών δηλαδή. Κάθε εποχή εις την Σιάτισταν είχε τα ανάλογα υγιεινά ειδικά φαγητά της:
Το Πάσχα είχε «το ξεινό», «τον καπαμά με τα φρέσκα κρομμυδάκια», «τα κόκκινα αυγά», «τη μαρουλοσαλάτα», «το ψητό», «το ξεινόγαλο», «το ρυζόγαλο» και «τον καφέ με γάλα».
Των Αγίων Αποστόλων «Την Ουρδόπιτα» (μυζηθρόπιττα)
Το Δεκαπενταύγουστο «τους κηφτέδες», «τα βραστά πέτουρα»,, «τα γιουβαρλάκια» «και τις παραγεμιστές πίτες».

Και τα Χριστούγεννα «τους περιβόητους σαρμάδες», «τις αθάνατες τηγανιές», «την τυρόπιττα της πρωτοχρονιάς» με το δώρο μέσα και την γλυκεία κολοκυθόπιτα των Θεοφανείων. Τα λουκάνικα δέ ήσαν το απαραίτητον έδεσμα των ημερών αυτών.

Αυτός είναι εις αδροτάτας γραμμάς ο πολιτισμός της πόλεως Σιατίστης. Πολιτισμός υποδειγματικού οικογενειακού πολιτισμού. Εις την αρχαίαν εποχήν της Ελλάδος μόνον αι Αθήναι, η Σπάρτη και αι Θήβαι είχον αναδείξει υπέροχον πόλεως πολιτισμόν γι’ αυτό και συνεκρούσθησαν, ως μη ώφειλον. Εκ του πολιτισμού αυτών, ο οποίος είχε γίνει διά μεν τας Αθήνας πολιτισμός της χώρας Αττικής, διά δέ την Σπάρτην πολιτισμός της χώρας Πελοποννήσου εδημιουργήθη ο χωρικός ήτοι της Χώρας πολιτισμός. Αυτός ήλθεν εις σύγκρουσιν με τον έτερον μέγαν χωρικόν της Μακεδονίας, ως μη ώφειλεν επίσης, ο οποίος προήλθεν από μίαν απλήν αυστηράν το ήθος και την αγωγήν οικογένειαν ενός χωριού της Μακεδονίας, αναδειχθείσαν εις Βασιλικήν οικογένειαν.

Ώστε ο πρώτος διαχωρικός, ούτως ειπείν, πολιτισμός της Ελλάδος υπήρξεν ο Μακεδονικός πολιτισμός. Αυτός υπερίσχυσε του πολιτισμού των Θηβών, της Αττικής και της Πελοποννήσου και ήλθεν αντιμέτωπος προς τον πολιτισμόν της Ασίας. Κατά ταύτα ο Ευρωπαϊκός πολιτισμός έχει ως κύριον αντιπροσωπευτικόν του έθνος την Ελλάδα της οποίας η Θρησκεία (η μονοθεϊκή) το πολίτευμα (η Βασιλεία η κληρονομική) η γλώσσα (η Αχαϊκή ανατολική διαλεκτική) και τα ήθη και τα έθιμα (τα φυσικά) είναι όλα ανατολικά. Σύμμαχοι συνεπώς φυσικώτεροι από τους Έλληνας, Εβραίους και Τούρκους δεν υπάρχουν. Διά τούτο ήδη φύσει είναι εσχηματισμένη η ειρηνική ηπειρωτική συμμαχία των ηπείρων, Ευρώπης, Ασίας και Αφρικής. Η Αμερική και Ωκεανία αποτελούν το αντίρροπον του πολιτισμού των τριών ηπείρων ως πολιτισμός της Δύσεως.
Αλλ’ όταν ληφθή υπ’ όψιν, ότι και ο Λατινογενής πολιτισμός της Δύσεως προήλθεν από την Χαλκιδικήν Ελληνικήν γλώσσαν (της Κύμης της Ευβοίας). Τότε κατανοείται, ότι η Ελλάς είναι και πάλιν ο διηπειρωτικού πολιτισμού κρίκος.

Η Ήπειρος όμως της Ευρώπης έχει να δώση το καλόν παράδειγμα διεθνούς πολιτισμού προτυπώδους και εις τας λοιπάς ηπείρους του Πλανήτου της ΓΗΣ. Διά τούτο πρέπει η Ελλάς, η οποία είναι η μητέρα όλων των ηπείρων του πλανήτου από Καυκάσου ορμηθείσα, να παράσχη ως Έθνος τα φώτα της εις όλους τους λαούς της Ευρώπης, ενισχύουσα και ουχί καταργούσα τους χωρικούς της (των χωρών της) τους πολιτισμούς, όπως είναι ιδιαίτατα οι πολιτισμοί οι διαπρέψαντες:


  • της αθανάτου Κρήτης, η οποία εστερέωσε την θρησκείαν εν Ελλάδι,
  • της Ρόδου, η οποία έδωκε κανόνας βίου κοινωνικού,
  • της Λέσβου, η οποία μάς εγνώρισε τον Θεόν ζώντα εν ανθρώποις,
  • της Θεσσαλίας και Θράκης, αι οποίαι έδωκαν εις τους Βασιλείς τον κανόνα του βίου,
  • της Επτανήσου, η οποία μας εγνώρισε τον σοβαρόν της ελευθερίας πολιτισμόν, και
  • -της Μακεδονίας και Ηπείρου ως διδασκάλων του κατά φύσιν βίου.

Σημ. Μακ. Ημερ.: Αι εκφερόμεναι κρίσεις περί προσώπων Δημοσίου ή Ιδιωτικού βίου υπό του συνεργάτου μας κ. Χ. Καπνουκάγια είνε αντίληψις ατομική του.

ΠΗΓΗ: ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΝ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΝ, 1959, ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 10.11.2019.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου